1. Λέξη
    εκκεντρικός (επίθετο) - (παρόμοια: εκκεντρικό - κεντρικός - εγωκεντρικός - αντρικός - κεντρικό)
  2. Συνώνυμα
    • ασυνήθιστος
    • ιδιόρρυθμος
    • παράξενος
    3
  3. Αντώνυμα
    • συμβατικός
    • συντηρητικός
    • νορμάλ
    3
  4. Ορισμός
    • που αποκλίνει από τα συνηθισμένα πρότυπα ή τη συμβατική συμπεριφορά
    • που χαρακτηρίζεται από πρωτότυπη και ασυνήθιστη συμπεριφορά ή εμφάνιση
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο εκκεντρικός καλλιτέχνης έκανε πάντα έντονες εντυπώσεις με τις πρωτότυπες του ιδέες.
    • Η εκκεντρική του ενδυμασία τράβηξε τα βλέμματα όλων στο πάρτι.
    2