Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αντρικός (επίθετο) - (παρόμοια:
ανδρικός
-
αστρικός
-
κεντρικός
-
αναπηρικός
-
εκκεντρικός
-
νιτρικός
-
πατρικός
-
μητρικός
-
ιατρικός
-
αντριάνα
-
εγωκεντρικός
-
αντρέ
-
ανεκτικός
-
αναρχικός
-
θεατρικός
-
αντιπαθητικός
)
Συνώνυμα
αρρενωπός
δυνατός
γενναίος
3
Αντώνυμα
θηλυκός
αδύναμος
δειλός
3
Ορισμός
που χαρακτηρίζει ή αναφέρεται σε άνδρα
που δείχνει ανδρεία ή δύναμη
που είναι κατάλληλος ή χαρακτηριστικός για άνδρα
3
Παραδείγματα
Η ανδρική φωνή του ακουγόταν σε όλη την αίθουσα.
Έδειξε ανδρικό θάρρος μπροστά στις δυσκολίες.
Η ανδρική ενδυμασία ήταν πιο σκούρα από τη γυναικεία.
3