1. Λέξη
    εκτιμώ (ρήμα) - (παρόμοια: εκτιμώμενος - εκτιμηθώ - εκτιμήσουν)
  2. Συνώνυμα
    • αγαπώ
    • σεβόμαι
    • τιμώ
    3
  3. Αντώνυμα
    • αποδοκιμάζω
    • περιφρονώ
    • απαξιώ
    3
  4. Ορισμός
    • Να έχω σε μεγάλη εκτίμηση κάποιον ή κάτι, να τον/την θεωρώ σημαντικό/ή.
    • Να αναγνωρίζω την αξία ή την ποιότητα κάποιου ή κάτι.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Εκτιμώ πολύ τη φιλία σου.
    • Εκτιμώ την προσπάθεια που έκανες για να ολοκληρώσεις το έργο.
    2