Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ενέργεια (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
παρενέργεια
-
ραδιενέργεια
-
συνέργεια
)
Συνώνυμα
δράση
πράξη
δραστηριότητα
3
Αντώνυμα
αδράνεια
απραξία
σιγή
3
Ορισμός
Η ικανότητα να παράγεται έργο, είτε φυσικό είτε ανθρώπινο.
Η δράση ή η διαδικασία που οδηγεί σε ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα.
Στη φυσική, η ποσότητα που μετράει την ικανότητα ενός συστήματος να παράγει έργο.
3
Παραδείγματα
Η ενέργεια του ήλιου είναι απαραίτητη για τη ζωή στη Γη.
Η κυβέρνηση ανακοίνωσε νέες ενέργειες για την προστασία του περιβάλλοντος.
Στη φυσική, η ενέργεια διατηρείται σε ένα κλειστό σύστημα.
3