1. Λέξη
    εξάσκηση (ουσιαστικό) - (παρόμοια: άσκηση - εξάρτηση - εξάντληση)
  2. Συνώνυμα
    • προπόνηση
    • άσκηση
    • εξάσκηση
    3
  3. Αντώνυμα
    • απραξία
    • αδράνεια
    2
  4. Ορισμός
    • Η διαδικασία της συστηματικής επανάληψης μιας δραστηριότητας με σκοπό τη βελτίωση των δεξιοτήτων ή της απόδοσης.
    • Η πρακτική εφαρμογή γνώσεων ή δεξιοτήτων για να επιτευχθεί εξοικείωση ή επαγγελματική ικανότητα.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η καθημερινή εξάσκηση στο πιάνο βοήθησε να γίνει εξαιρετικός μουσικός.
    • Η ομάδα έκανε έντονη εξάσκηση πριν τον σημαντικό αγώνα.
    2