Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
επεξεργασία (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
επεξεργαστής
-
εργασία
-
επεξεργάζομαι
-
συνεργασία
)
Συνώνυμα
διόρθωση
τροποποίηση
αναθεώρηση
3
Αντώνυμα
αμεταβλητότητα
παρουσίαση
αρχική έκδοση
3
Ορισμός
Η διαδικασία αλλαγής ή βελτίωσης ενός κειμένου ή ενός έργου.
Η ενέργεια της διόρθωσης λαθών ή ατέλειες σε ένα έγγραφο ή ένα προϊόν.
2
Παραδείγματα
Η επεξεργασία του κειμένου πήρε πολλές ώρες.
Μετά την επεξεργασία, το άρθρο έγινε πιο σαφές.
2