Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
επιμένω (ρήμα) - (παρόμοια:
επιμείνω
-
επιμέλεια
)
Συνώνυμα
εμμένω
διατηρώ
προσκολλώμαι
3
Αντώνυμα
εγκαταλείπω
παραιτούμαι
αποσύρομαι
3
Ορισμός
Συνεχίζω να κάνω κάτι παρά τις δυσκολίες ή την αντίσταση.
Δεν αλλάζω γνώμη ή στάση απέναντι σε κάτι.
2
Παραδείγματα
Επιμένω να πιστεύω ότι η προσπάθεια θα φέρει αποτέλεσμα.
Παρόλο που όλοι τον συμβούλευαν να σταματήσει, αυτός επιμένει στο σχέδιό του.
2