1. Λέξη
    ευαίσθητος (επίθετο) - (παρόμοια: αναίσθητος)
  2. Συνώνυμα
    • ευπαθής
    • ευερέθιστος
    • ευάλωτος
    3
  3. Αντώνυμα
    • αναισθητος
    • απαθής
    • σκληρός
    3
  4. Ορισμός
    • Που αντιδρά εύκολα ή έντονα σε εξωτερικές επιρροές ή ερεθίσματα.
    • Που δείχνει μεγάλη ευαισθησία ή ευαισθητοποίηση σε θέματα.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η Μαρία είναι πολύ ευαίσθητη στις κριτικές.
    • Ένα ευαίσθητο θέμα που απαιτεί προσοχή είναι η προστασία του περιβάλλοντος.
    2