Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ευγενικά (επίρρημα) - (παρόμοια:
ευγενικός
-
γενικά
-
ευγενής
)
Συνώνυμα
πολιτισμένα
καλούτσικα
με ευγένεια
3
Αντώνυμα
αγενώς
αγροίκως
αγενέστατα
3
Ορισμός
Με τρόπο που δείχνει καλοσύνη, ευγένεια και σεβασμό προς τους άλλους.
Με τρόπο που χαρακτηρίζεται από καλοσύνη και ευγενική συμπεριφορά.
2
Παραδείγματα
Μου μίλησε ευγενικά και με βοήθησε χωρίς να περιμένει τίποτα σε αντάλλαγμα.
Ο δάσκαλος απάντησε ευγενικά στις ερωτήσεις των μαθητών.
2