1. Λέξη
    θεώρημα (ουσιαστικό) - (παρόμοια: θεώρηση - θελημα)
  2. Συνώνυμα
    • πρόταση
    • νόμος
    • αξίωμα
    3
  3. Αντώνυμα
    • υπόθεση
    • εικασία
    2
  4. Ορισμός
    • Μια μαθηματική ή λογική πρόταση που έχει αποδειχθεί ή θεωρείται ότι μπορεί να αποδειχθεί.
    • Μια γενική πρόταση που δεν είναι αυτονόητη αλλά αποδεικνύεται με λογικά βήματα.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Το Πυθαγόρειο θεώρημα είναι ένα από τα πιο γνωστά θεωρήματα στα μαθηματικά.
    • Ο μαθηματικός απέδειξε το νέο θεώρημα με ακρίβεια.
    2