Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ιππότης (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
πότης
)
Συνώνυμα
καβαλάρης
στρατιώτης
ευγενής
3
Αντώνυμα
αγροίκος
απλός πολίτης
2
Ορισμός
Άτομο που ανήκει σε μια τάξη ευγενών, ιδιαίτερα κατά τον Μεσαίωνα, και συνήθως εκπαιδευμένο στη χρήση όπλων και στην ιππασία.
Άτομο που χαρακτηρίζεται από γενναιότητα, τιμή και αφοσίωση.
2
Παραδείγματα
Ο ιππότης έσωσε την πριγκίπισσα από τον δράκο.
Ήταν ένας πραγματικός ιππότης, πάντα έτοιμος να υπερασπιστεί τους αδύναμους.
2