Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ιστορικό (επίθετο) - (παρόμοια:
ιστορικός
-
ιστορία
)
Συνώνυμα
παλαιός
παραδοσιακός
χρονικός
3
Αντώνυμα
σύγχρονος
νεότερος
πρόσφατος
3
Ορισμός
Σχετικός με την ιστορία ή με γεγονότα του παρελθόντος.
Αυτός που έχει σχέση με την εξέλιξη ή την καταγραφή γεγονότων στο χρόνο.
2
Παραδείγματα
Το ιστορικό κτίριο αποτελεί σημαντικό αξιοθέατο της πόλης.
Η ιστορική έρευνα αποκαλύπτει νέα στοιχεία για τον τρόπο ζωής των αρχαίων πολιτισμών.
2