1. Λέξη
    καλέσεις (ουσιαστικό) - (παρόμοια: καλέσω)
  2. Συνώνυμα
    • προσκλήσεις
    • κλητήρια
    2
  3. Αντώνυμα
    • αποδοχές
    • απορρίψεις
    2
  4. Ορισμός
    • Οι ενέργειες ή οι πράξεις που σχετίζονται με την πρόσκληση κάποιου σε μια συγκεκριμένη εκδήλωση ή δραστηριότητα.
    • Οι επίσημες προσκλήσεις που αποστέλλονται σε άτομα για να συμμετάσχουν σε μια τελετή ή γεγονός.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Οι καλέσεις για το γάμο έγιναν πριν από ένα μήνα.
    • Έλαβα τις καλέσεις για την ετήσια συνάντηση της εταιρείας.
    2