Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
κανάτα (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
κανάλι
-
καν
)
Συνώνυμα
κουβάς
ντεπόζιτο
δοχείο
3
Αντώνυμα
0
Ορισμός
Μεγάλο μεταλλικό ή πλαστικό δοχείο, συνήθως κυλινδρικό σχήματος, που χρησιμοποιείται για τη μεταφορά ή την αποθήκευση υγρών.
Στην αργκό, μπορεί να αναφέρεται σε μεγάλη ποσότητα αλκοόλ.
2
Παραδείγματα
Έφερε μια κανάτα νερό από το πηγάδι.
Χθες το βράδυ ήπιαμε μια ολόκληρη κανάτα μπύρα.
2