Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
καρδιακή (επίθετο) - (παρόμοια:
καρδιακός
-
καρδιά
-
κακή
)
Συνώνυμα
καρδιακός
καρδιολογικός
καρδιοαγγειακός
3
Αντώνυμα
μη καρδιακός
ακαρδιακός
2
Ορισμός
Σχετικός με την καρδιά.
Αφορά τα θέματα που σχετίζονται με την καρδιά.
Που αναφέρεται στη λειτουργία ή τη δομή της καρδιάς.
3
Παραδείγματα
Ο ασθενής υπέστη καρδιακή προσβολή.
Η καρδιακή ανεπάρκεια απαιτεί ιατρική παρακολούθηση.
Τα καρδιακά προβλήματα μπορεί να οφείλονται σε κληρονομικούς παράγοντες.
3