1. Λέξη
    καρδιακός (επίθετο) - (παρόμοια: καρδιακή - καλωδιακός - κακός - καρδιά)
  2. Συνώνυμα
    • καρδιακός
    • καρδιολογικός
    2
  3. Αντώνυμα
    • μη καρδιακός
    • ακαρδιακός
    2
  4. Ορισμός
    • Σχετικός με την καρδιά.
    • Αφορά τα θέματα που σχετίζονται με την καρδιά.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο γιατρός του συνέστησε να κάνει καρδιακή εξέταση.
    • Η καρδιακή προσβολή είναι μια σοβαρή πάθηση.
    2