Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
καρδιακός (επίθετο) - (παρόμοια:
καρδιακή
-
καλωδιακός
-
κακός
-
καρδιά
)
Συνώνυμα
καρδιακός
καρδιολογικός
2
Αντώνυμα
μη καρδιακός
ακαρδιακός
2
Ορισμός
Σχετικός με την καρδιά.
Αφορά τα θέματα που σχετίζονται με την καρδιά.
2
Παραδείγματα
Ο γιατρός του συνέστησε να κάνει καρδιακή εξέταση.
Η καρδιακή προσβολή είναι μια σοβαρή πάθηση.
2