Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
καταζητώ (ρήμα) - (παρόμοια:
καταζητείται
-
κατακτώ
-
καταντώ
-
καταζητούμενος
)
Συνώνυμα
αναζητώ
ερευνώ
διερευνώ
3
Αντώνυμα
αγνοώ
παραβλέπω
2
Ορισμός
ψάχνω ενδελεχώς και μεθοδικά για κάτι
επιδιώκω να βρω ή να ανακαλύψω κάτι με προσοχή
2
Παραδείγματα
Η αστυνομία καταζητά τον δράστη του εγκλήματος.
Καταζητούσα στο βιβλίο την απάντηση στο ερώτημά μου.
2