1. Λέξη
    καύσιμο (ουσιαστικό) - (παρόμοια: καύση - ξύσιμο)
  2. Συνώνυμα
    • ενέργεια
    • καύσιμη ύλη
    • καύσιμο υλικό
    3
  3. Αντώνυμα
    • μη καύσιμο
    • ακαύσιμο
    2
  4. Ορισμός
    • Υλικό που χρησιμοποιείται για την παραγωγή ενέργειας μέσω καύσης.
    • Ουσία που μπορεί να καεί για να παράγει θερμότητα ή ενέργεια.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Το πετρέλαιο είναι ένα από τα πιο διαδεδομένα καύσιμα στον κόσμο.
    • Η χρήση ανανεώσιμων καυσίμων είναι σημαντική για την προστασία του περιβάλλοντος.
    2