1. Λέξη
    κοινοπολιτεία (ουσιαστικό) - (παρόμοια: πολιτεία - κοινοπραξία)
  2. Συνώνυμα
    • συνομοσπονδία
    • ομοσπονδία
    • σύμπραξη
    3
  3. Αντώνυμα
    • απομόνωση
    • αυτονομία
    • ανεξαρτησία
    3
  4. Ορισμός
    • Μια ομάδα κρατών ή οργανισμών που συνεργάζονται για κοινό σκοπό.
    • Ένας πολιτικός σχηματισμός όπου πολλές πολιτείες ή χώρες ενώνονται υπό μια κεντρική εξουσία.
    • Η ιδιότητα του να μοιράζεται κανείς τα ίδια πολιτικά δικαιώματα και υποχρεώσεις με άλλους.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Η Κοινοπολιτεία των Εθνών είναι μια διεθνής οργάνωση που περιλαμβάνει το Ηνωμένο Βασίλειο και πολλά από τα πρώην αποικιακά του εδάφη.
    • Η ιδέα της κοινοπολιτείας βασίζεται στην αρχή της αμοιβαίας συνεργασίας και αλληλεγγύης.
    • Οι χώρες της κοινοπολιτείας συμφώνησαν να ενισχύσουν τους οικονομικούς δεσμούς μεταξύ τους.
    3