Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
κοινοπραξία (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
κοινοπολιτεία
)
Συνώνυμα
συνεταιρισμός
συμμαχία
συνεργασία
3
Αντώνυμα
ανταγωνισμός
μονοπωλία
ανεξαρτησία
3
Ορισμός
Μια μορφή συνεργασίας μεταξύ επιχειρήσεων ή οργανισμών για την επίτευξη κοινού στόχου.
Η δημιουργία μιας προσωρινής ή μόνιμης ένωσης για την εκτέλεση ενός συγκεκριμένου έργου ή στόχου.
2
Παραδείγματα
Αρκετές εταιρείες σχημάτισαν μια κοινοπραξία για να κατασκευάσουν το νέο αεροδρόμιο.
Η κοινοπραξία των τραπεζών επέτρεψε τη χρηματοδότηση του μεγάλου έργου.
2