1. Λέξη
    κοπρόσκυλο (ουσιαστικό) - (παρόμοια: κυνηγόσκυλο)
  2. Συνώνυμα
    • αλήτης
    • αχρείος
    • ασυνείδητος
    3
  3. Αντώνυμα
    • ευγενής
    • καλόπαιδο
    • τίμιος
    3
  4. Ορισμός
    • Προσβλητικός όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που θεωρείται αχρείος, ανέντιμος ή ασυνείδητος.
    • Κάποιος που συμπεριφέρεται με τρόπο που θεωρείται απαξιωτικός ή ανήθικος.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Αυτός ο άνθρωπος είναι ένα πραγματικό κοπρόσκυλο, δεν σέβεται κανέναν.
    • Μην συμπεριφέρεσαι σαν κοπρόσκυλο, σε παρακαλώ.
    2