Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
κυνηγόσκυλο (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
κυνηγός
-
κυνηγώ
-
κοπρόσκυλο
)
Συνώνυμα
σκύλος κυνηγιού
κυνηγόσκυλο
κυνηγόσκυλο
3
Αντώνυμα
κατοικίδιο σκύλος
σκύλος συντροφιάς
2
Ορισμός
Σκύλος που εκπαιδεύεται για να βοηθάει στην κυνήγι.
Σκύλος που χρησιμοποιείται από κυνηγούς για να εντοπίζει ή να κυνηγάει θηράματα.
2
Παραδείγματα
Το κυνηγόσκυλο βρήκε γρήγορα τα ίχνη του λαγού.
Οι κυνηγοί βασίζονται στα κυνηγόσκυλα για να εντοπίσουν το θήραμα.
2