1. Λέξη
    κρατούμενο (ουσιαστικό) - (παρόμοια: κρατούμενος - κρατούμενη - κρατούμαι - ζητούμενο)
  2. Συνώνυμα
    • συλληφθείς
    • αιχμάλωτος
    • φυλακισμένος
    3
  3. Αντώνυμα
    • ελεύθερος
    • αφέντης
    2
  4. Ορισμός
    • Πρόσωπο που κρατείται σε αντισυνταγματική ή παράνομη κράτηση.
    • Πρόσωπο που βρίσκεται υπό κράτηση από τις αρχές.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο κρατούμενος ζήτησε να δικαιωθεί.
    • Τα δικαιώματα των κρατουμένων πρέπει να σεβαστούν.
    2