Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
κριτικάρω (ρήμα) - (παρόμοια:
κριτική
-
κριτικός
)
Συνώνυμα
αξιολογώ
κρίνω
επικρίνω
σχολιάζω
4
Αντώνυμα
επικροτώ
επαινώ
εγκρίνω
3
Ορισμός
Εκφράζω γνώμη ή κρίση για κάτι ή κάποιον, συχνά με αρνητική χροιά.
Αναλύω και αξιολογώ κάτι με κριτική σκέψη.
2
Παραδείγματα
Ο δάσκαλος κριτικάρει τις εργασίες των μαθητών του.
Ο κριτικός κριτικάρει την ταινία για την πλοκή της.
2