1. Λέξη
    κυκλικά (επίρρημα) - (παρόμοια: κυκλικός)
  2. Συνώνυμα
    • περιμετρικά
    • γύρω
    • σε κύκλο
    3
  3. Αντώνυμα
    • γραμμικά
    • ευθύγραμμα
    2
  4. Ορισμός
    • Με τρόπο που ακολουθεί ή σχετίζεται με κύκλο ή κυκλική κίνηση.
    • Με τρόπο που επαναλαμβάνεται σε τακτά χρονικά διαστήματα ή με συγκεκριμένη τάξη.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Τα παιδιά έτρεξαν κυκλικά γύρω από το δέντρο.
    • Οι εργασίες διανέμονται κυκλικά μεταξύ των μελών της ομάδας.
    2