Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
μακάβριος (επίθετο) - (παρόμοια:
μακάριος
)
Συνώνυμα
ατρόμητος
θαρραλέος
τολμηρός
3
Αντώνυμα
δειλός
φοβισμένος
διστακτικός
3
Ορισμός
Που δείχνει θάρρος και τόλμη, ιδιαίτερα σε δύσκολες καταστάσεις.
Που χαρακτηρίζεται από γενναιότητα και αφοβία.
2
Παραδείγματα
Ο μακάβριος πολεμιστής έμεινε στη θέση του παρά το έντονο πυρ.
Η μακάβρια πράξη του νεαρού έσωσε πολλούς από την πλημμύρα.
2