1. Λέξη
    μεγαλοφυΐα (ουσιαστικό) - (παρόμοια: μεγαλοφυία - μεγαλοφυής)
  2. Συνώνυμα
    • παντογνωσία
    • εξυπνάδα
    • διάνοια
    • φωτισμός
    4
  3. Αντώνυμα
    • βλακεία
    • ηλιθιότητα
    • ανόητος
    • αμάθεια
    4
  4. Ορισμός
    • Εξαιρετική νοητική ικανότητα και δημιουργικότητα.
    • Η ιδιότητα του να έχει κάποιος εξαιρετική νοημοσύνη και δημιουργικότητα.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η μεγαλοφυΐα του Αϊνστάιν άλλαξε τον κόσμο της φυσικής.
    • Η μεγαλοφυΐα του Μότσαρτ έδωσε στον κόσμο αριστουργήματα μουσικής.
    2