1. Λέξη
    μετάγγιση (ουσιαστικό) - (παρόμοια: μετάβαση - μετάθεση - μετάδοση)
  2. Συνώνυμα
    • μεταφορά
    • μετακίνηση
    • μεταβίβαση
    3
  3. Αντώνυμα
    • ακινησία
    • στασιμότητα
    2
  4. Ορισμός
    • Η ενέργεια ή η διαδικασία της μεταφοράς ενός υγρού, ιδίως αίματος, από το ένα σώμα ή δοχείο σε ένα άλλο.
    • Η μεταφορά ενός υγρού από ένα μέρος σε ένα άλλο, ιδιαίτερα σε ιατρικό πλαίσιο.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο γιατρός πρότεινε να γίνει μετάγγιση αίματος στον ασθενή.
    • Η μετάγγιση του νερού από τη μια δεξαμενή στην άλλη πήρε αρκετή ώρα.
    2