Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
μετάγγιση (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
μετάβαση
-
μετάθεση
-
μετάδοση
)
Συνώνυμα
μεταφορά
μετακίνηση
μεταβίβαση
3
Αντώνυμα
ακινησία
στασιμότητα
2
Ορισμός
Η ενέργεια ή η διαδικασία της μεταφοράς ενός υγρού, ιδίως αίματος, από το ένα σώμα ή δοχείο σε ένα άλλο.
Η μεταφορά ενός υγρού από ένα μέρος σε ένα άλλο, ιδιαίτερα σε ιατρικό πλαίσιο.
2
Παραδείγματα
Ο γιατρός πρότεινε να γίνει μετάγγιση αίματος στον ασθενή.
Η μετάγγιση του νερού από τη μια δεξαμενή στην άλλη πήρε αρκετή ώρα.
2