1. Λέξη
    μεταβιβάζω (ρήμα) - (παρόμοια: μεταφράζω)
  2. Συνώνυμα
    • μεταφέρω
    • περνώ
    • εκχωρώ
    3
  3. Αντώνυμα
    • κρατώ
    • διατηρώ
    • αποθηκεύω
    3
  4. Ορισμός
    • να μεταφέρω κάτι από ένα μέρος σε άλλο
    • να δίνω ή να περνώ πληροφορίες, γνώση ή ιδιότητα σε κάποιον άλλο
    • να μεταβιβάζω δικαιώματα ή ιδιοκτησία σε άλλο πρόσωπο
    3
  5. Παραδείγματα
    • Ο δάσκαλος μεταβίβασε τις γνώσεις του στους μαθητές.
    • Η εταιρεία μεταβίβασε τα δικαιώματα του προϊόντος σε άλλη εταιρεία.
    • Μεταβίβασα το μήνυμα στον αδελφό μου όπως μου είπες.
    3