Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
μεταμφίεση (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
αμφίεση
-
μεταμφιέζω
-
μεταμόρφωση
)
Συνώνυμα
ενδυμασία
στολή
ντύσιμο
3
Αντώνυμα
γυμνότητα
απογύμνωση
2
Ορισμός
η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του ντυσίματος με συγκεκριμένα ρούχα για ειδικό σκοπό
το σύνολο των ρούχων που φοριέται για να καλυφθεί το σώμα ή για ειδική περίσταση
2
Παραδείγματα
Η μεταμφίεση του για το καρναβάλι ήταν πολύ πρωτότυπη.
Χρειάστηκε μια ειδική μεταμφίεση για την παράσταση.
2