1. Λέξη
    μητροπολιτικός (επίθετο) - (παρόμοια: πολιτικός - μητρικός - πολιτιστικός)
  2. Συνώνυμα
    • μητροπολιτικός
    • αρχιεπισκοπικός
    2
  3. Αντώνυμα
    • επαρχιακός
    • τοπικός
    2
  4. Ορισμός
    • Σχετικός με τον μητροπολίτη ή τη μητρόπολη.
    • Ανήκων ή σχετικός με τη δικαιοδοσία ενός μητροπολίτη.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η μητροπολιτικός ναός είναι ένα σημαντικό θρησκευτικό κέντρο.
    • Ο μητροπολιτικός θρόνος βρίσκεται στην κεντρική εκκλησία της πόλης.
    2