Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
μοναδικότητα (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
μοναδικός
-
ειδικότητα
-
μυστικότητα
)
Συνώνυμα
ιδιαιτερότητα
μοναδικότητα
ατομικότητα
3
Αντώνυμα
κοινότητα
ομοιότητα
συνηθισμένο
3
Ορισμός
η ιδιότητα του να είναι κάτι μοναδικό ή ασύγκριτο
η ιδιαίτερη και ξεχωριστή φύση ενός πράγματος ή προσώπου
2
Παραδείγματα
Η μοναδικότητα του έργου του τον καθιστά αξέχαστο.
Η μοναδικότητα της φύσης μας δίνει την ευκαιρία να ανακαλύψουμε νέα πράγματα.
2