Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
μπαλέτο (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
μπαλιά
)
Συνώνυμα
μπαλέτα
μπαλέτ
χορός
3
Αντώνυμα
ακινησία
αδράνεια
2
Ορισμός
Μια μορφή χορού που χαρακτηρίζεται από ευγενή και ακριβή κινήσεις, συχνά με συνοδεία μουσικής.
Μια θεατρική παράσταση που βασίζεται σε αυτή τη μορφή χορού.
Μια ομάδα χορευτών που ειδικεύεται σε αυτόν τον χορό.
3
Παραδείγματα
Η μικρή κοπέλα ονειρευόταν να γίνει μπαλαρίνα και να χορέψει σε διάσημα μπαλέτα.
Το εθνικό μπαλέτο θα παρουσιάσει μια νέα παραγωγή αυτό το χειμώνα.
Το μπαλέτο του Τσαϊκόφσκι 'Ο Καρυοθραύστης' είναι πολύ δημοφιλές κατά τη διάρκεια των Χριστουγέννων.
3