Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
μπλέξιμο (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
πλέξιμο
-
μπλέξω
)
Συνώνυμα
εμπλοκή
δυσκολία
πρόβλημα
3
Αντώνυμα
ευκολία
απλότητα
λύση
3
Ορισμός
Η κατάσταση ή η πράξη που περιλαμβάνει δυσκολίες ή προβλήματα.
Μια περίπλοκη ή δύσκολη κατάσταση που απαιτεί προσπάθεια για να λυθεί.
2
Παραδείγματα
Το μπλέξιμο με τα χαρτιά του κράτους μπορεί να είναι πολύ κουραστικό.
Μπήκε σε ένα μεγάλο μπλέξιμο με τους φίλους του.
2