Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
μπουκαλάκι (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
μπαλάκι
-
μπουκ
-
μπουκιά
)
Συνώνυμα
ποτήρι
κύπελλο
φλυτζάνι
3
Αντώνυμα
0
Ορισμός
Μικρό ποτήρι, συνήθως από γυαλί ή πλαστικό, που χρησιμοποιείται για το σερβίρισμα ποτών.
Συσκευή ή αντικείμενο που μοιάζει σε σχήμα με μπουκαλάκι.
2
Παραδείγματα
Έβαλα το νερό σε ένα μπουκαλάκι για να το πιω.
Το μπουκαλάκι του καφέ ήταν πολύ μικρό για τα γούστα μου.
2