Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ναυτικός (επίθετο) - (παρόμοια:
ναζιστικός
-
δυτικός
-
αναπαυτικός
-
νοτιοδυτικός
-
βαρυτικός
)
Συνώνυμα
θαλάσσιος
πελαγικός
ναυτιλιακός
3
Αντώνυμα
χερσαίος
επίγειος
2
Ορισμός
Σχετικός με τη θάλασσα ή τη ναυτιλία.
Ανήκων ή σχετιζόμενος με τα πλοία ή τη ναυτική επαγγελματική δραστηριότητα.
2
Παραδείγματα
Ο ναυτικός χάρτης ήταν απαραίτητος για την ασφαλή πλοήγηση.
Η ναυτική βιομηχανία συμβάλλει σημαντικά στην οικονομία της χώρας.
2