1. Λέξη
    νεαρή (επίθετο) - (παρόμοια: νεαρός)
  2. Συνώνυμα
    • νέα
    • νεανική
    • νεανικός
    • νεανίδα
    4
  3. Αντώνυμα
    • γηραιά
    • μεσήλικας
    • πρεσβύτερη
    3
  4. Ορισμός
    • που βρίσκεται στην αρχή της ζωής της ή του, που δεν έχει πολλά χρόνια ζωής
    • που χαρακτηρίζεται από φρεσκάδα, ενέργεια και ζωντάνια
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η νεαρή κοπέλα περπάτησε γρήγορα προς την πλατεία.
    • Η νεαρή φύση του έργου του τον έκανε να ξεχωρίσει ανάμεσα στους άλλους καλλιτέχνες.
    2