Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
νεαρός (επίθετο) - (παρόμοια:
νεαρή
-
νεκρός
-
νεφρός
)
Συνώνυμα
νέος
ανήλικος
νεανικός
3
Αντώνυμα
γέρος
ηλικιωμένος
πρεσβύτερος
3
Ορισμός
που βρίσκεται στην αρχή της ζωής του ή της ηλικίας του
που χαρακτηρίζεται από φρεσκάδα και ενέργεια
2
Παραδείγματα
Ο νεαρός άνδρας περπάτησε γρήγορα προς την πλατεία.
Η νεαρή γυναίκα είχε μια γεμάτη ενέργεια προσωπικότητα.
2