Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ξαναβρίσκω (ρήμα) - (παρόμοια:
ξαναβρεθώ
-
βρίσκω
-
ξαναβρούμε
-
ξαναβγώ
)
Συνώνυμα
επανευρίσκω
βρίσκω ξανά
ανακαλύπτω ξανά
3
Αντώνυμα
χάνω
ξεχνούμαι
2
Ορισμός
Βρίσκω κάτι που είχα χάσει ή ξεχάσει.
Επανακτώ κάτι που είχα χάσει.
2
Παραδείγματα
Τελικά ξαναβρήκα τα κλειδιά μου που είχα χάσει.
Μετά από χρόνια ξαναβρήκα έναν παλιό μου φίλο.
2