1. Λέξη
    ξαναζητήσω (ρήμα) - (παρόμοια: ξαναζήσω - ζητήσω - ξαναχτυπήσω)
  2. Συνώνυμα
    • επανεξετάζω
    • αναζητώ ξανά
    • ψάχνω πάλι
    3
  3. Αντώνυμα
    • αγνοώ
    • παρατάω
    • εγκαταλείπω
    3
  4. Ορισμός
    • να κάνω μια νέα προσπάθεια για να βρω κάτι
    • να ψάξω ξανά για κάτι που είχα ψάξει στο παρελθόν
    2
  5. Παραδείγματα
    • Θα ξαναζητήσω τα κλειδιά μου, μήπως τα έχω αφήσει κάπου αλλού.
    • Αφού δεν βρήκα το βιβλίο, αποφάσισα να το ξαναζητήσω αύριο.
    2