Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ξαναζητήσω (ρήμα) - (παρόμοια:
ξαναζήσω
-
ζητήσω
-
ξαναχτυπήσω
)
Συνώνυμα
επανεξετάζω
αναζητώ ξανά
ψάχνω πάλι
3
Αντώνυμα
αγνοώ
παρατάω
εγκαταλείπω
3
Ορισμός
να κάνω μια νέα προσπάθεια για να βρω κάτι
να ψάξω ξανά για κάτι που είχα ψάξει στο παρελθόν
2
Παραδείγματα
Θα ξαναζητήσω τα κλειδιά μου, μήπως τα έχω αφήσει κάπου αλλού.
Αφού δεν βρήκα το βιβλίο, αποφάσισα να το ξαναζητήσω αύριο.
2