Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ξεκινάω (ρήμα) - (παρόμοια:
ξεκινώ
-
ξεκινήσω
-
ξερνάω
-
ξεχνάω
)
Συνώνυμα
αρχίζω
μπαίνω
εκκινώ
3
Αντώνυμα
σταματώ
τερματίζω
τελειώνω
3
Ορισμός
Ξεκινάω σημαίνει να αρχίζω μια δραστηριότητα, μια διαδικασία ή μια κίνηση.
Επίσης, μπορεί να αναφέρεται στην έναρξη μιας νέας κατάστασης ή φάσης.
2
Παραδείγματα
Αύριο ξεκινάω τη νέα μου δουλειά.
Το τρένο ξεκινάει στις 8 το πρωί.
Ξεκίνησα να μαθαίνω ισπανικά πριν από ένα χρόνο.
3