1. Λέξη
    ξερνάω (ρήμα) - (παρόμοια: ξεπερνάω - ξερνώ - ξεχνάω - γερνάω - περνάω - κερνάω - ξεκινάω)
  2. Συνώνυμα
    • εμετώ
    • κάνω εμετό
    • αναγουλιάζω
    3
  3. Αντώνυμα
    • κρατάω
    • καταπίνω
    2
  4. Ορισμός
    • Εκβάλλω με βίαιο τρόπο τα περιεχόμενα του στομάχου από το στόμα.
    • Αποβάλλω με βίαια κίνηση κάτι από το στόμα.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Αφού έφαγε τα σάπια φρούτα, άρχισε να ξερνάει.
    • Το παιδί ξέρανε μετά από την ταλαιπωρία στο αυτοκίνητο.
    2