1. Λέξη
    ξεκουμπίζομαι (ρήμα) - (παρόμοια: ξεκουράζομαι)
  2. Συνώνυμα
    • απογυμνώνομαι
    • απαλλάσσομαι
    • ξεφορτώνομαι
    3
  3. Αντώνυμα
    • ντύνομαι
    • φορτώνω
    • επιβαρύνομαι
    3
  4. Ορισμός
    • Αφαιρώ από πάνω μου τα ρούχα ή κάποιο εξωτερικό στρώμα.
    • Ελευθερώνομαι από κάτι που με δυσκολεύει ή με βαραίνει.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Μόλις γύρισε σπίτι, ξεκουμπίστηκε αμέσως το παλτό του.
    • Ένιωσε μεγάλη ανακούφιση όταν ξεκουμπίστηκε από τις υποχρεώσεις του.
    2