Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
οντότητα (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
ορατότητα
-
ομοιότητα
-
λεπτότητα
-
ταυτότητα
)
Συνώνυμα
πρόσωπο
ύπαρξη
αντικείμενο
στοιχείο
4
Αντώνυμα
μη ύπαρξη
μηδέν
απουσία
3
Ορισμός
κάτι που υπάρχει ως ξεχωριστή και ανεξάρτητη μονάδα
το ουσιαστικό ή βασικό στοιχείο μιας κατάστασης ή πράγματος
στο φιλοσοφικό πλαίσιο, η θεμελιώδης φύση της ύπαρξης
3
Παραδείγματα
Η κάθε οντότητα στο σύμπαν έχει τα δικά της χαρακτηριστικά.
Στη βάση δεδομένων, κάθε οντότητα αντιπροσωπεύει ένα μοναδικό αντικείμενο.
Η εταιρεία αναγνωρίζεται ως νομική οντότητα.
3