Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
παθιάζω (ρήμα) - (παρόμοια:
παραβιάζω
-
παρουσιάζω
)
Συνώνυμα
ενθουσιάζομαι
εμμονιάζω
παραφερνομαι
3
Αντώνυμα
αδιαφορώ
ψυχραιμώ
αποσύρομαι
3
Ορισμός
Νιώθω έντονο πάθος ή ενθουσιασμό για κάτι.
Εμφανίζω υπερβολική ενασχόληση ή εμμονή με ένα θέμα.
Δραστηριοποιούμαι με μεγάλη ένταση και ζήλο.
3
Παραδείγματα
Παθιάζομαι με τη μουσική και ακούω συνέχεια νέα τραγούδια.
Παθιάζεται τόσο πολύ με το ποδόσφαιρο που παρακολουθεί όλα τα παιχνίδια της ομάδας του.
Όταν ξεκίνησε να μαθαίνει ζωγραφική, παθιάστηκε τόσο που ζωγράφιζε όλη μέρα.
3