Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
παντζάρι (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
παντζούρι
-
παζάρι
)
Συνώνυμα
παντζάρια
κοκκινογούλι
παντζαρία
3
Αντώνυμα
0
Ορισμός
Βοτανικός όρος για το φυτό Beta vulgaris, ιδιαίτερα η ρίζα του που τρώγεται ως λαχανικό.
Το λαχανικό που προέρχεται από τη ρίζα του φυτού Beta vulgaris, συνήθως κόκκινο και γλυκό.
2
Παραδείγματα
Το παντζάρι είναι πολύ θρεπτικό και πλούσιο σε σίδηρο.
Η σαλάτα με παντζάρια είναι δημοφιλής στην ελληνική κουζίνα.
2