1. Λέξη
    παραγγέλνω (ρήμα) - (παρόμοια: παραγγέλλω - παραγγελία - παραγγείλω)
  2. Συνώνυμα
    • διατάσσω
    • εντολίζω
    • προστάζω
    3
  3. Αντώνυμα
    • ακυρώνω
    • αναιρώ
    • απορρίπτω
    3
  4. Ορισμός
    • Δίνω εντολή ή οδηγία για να γίνει κάτι.
    • Παραγγέλλω κάτι σε κάποιον για να το πραγματοποιήσει.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο διοικητής παραγγέλνει στους στρατιώτες να ετοιμαστούν για επίθεση.
    • Η μητέρα παραγγέλνει στο παιδί της να κάνει τα μαθήματά του.
    2