1. Λέξη
    παρακοιμάμαι (ρήμα) - (παρόμοια: κοιμάμαι - αποκοιμάμαι - παρακολουθούμαι - παρακουώ - παρακαλούμαι - παραείμαι)
  2. Συνώνυμα
    • κοιμάμαι ελαφρά
    • υπνοκοπάω
    • λαγοκοιμάμαι
    3
  3. Αντώνυμα
    • ξυπνάω
    • είμαι ξύπνιος
    2
  4. Ορισμός
    • Κοιμάμαι ελαφρά ή με διακοπές, χωρίς να βρίσκομαι σε βαθύ ύπνο.
    • Βρίσκομαι σε κατάσταση ημι-ύπνου, όπου μπορεί να αντιλαμβάνομαι ελαφρά τα γύρω μου.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Παρακοιμήθηκα στον καναπέ και δεν άκουσα το τηλέφωνο.
    • Συνήθως παρακοιμάμαι το μεσημέρι για λίγο, αλλά δεν μπορώ να πω ότι κοιμάμαι βαθιά.
    2