1. Λέξη
    παραλίγο (επίρρημα) - (παρόμοια: παραλία - παρολίγο - παραλύω - παραλαβή - παραληρώ - παραλάβω - παραλλαγή - παραλείπω)
  2. Συνώνυμα
    • σχεδόν
    • λίγο-πολύ
    • λίγο παραπάνω
    3
  3. Αντώνυμα
    • καθόλου
    • απολύτως
    • τελείως
    3
  4. Ορισμός
    • Σχεδόν, λίγο πριν από κάτι που θα συνέβαινε.
    • Σε πολύ μικρή απόσταση ή διαφορά από κάτι.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Παραλίγο να πέσω από τη σκάλα, αλλά κατάφερα να κρατηθώ.
    • Παραλίγο να χάσουμε το λεωφορείο, αλλά το πιάσαμε τελευταία στιγμή.
    2