1. Λέξη
    παραπέμπω (ρήμα) - (παρόμοια: παραπέρα - παραπέτασμα - παραποιώ - παραπάνω)
  2. Συνώνυμα
    • αναφέρω
    • αποστέλλω
    • απονέμω
    3
  3. Αντώνυμα
    • απορρίπτω
    • αγνοώ
    2
  4. Ορισμός
    • Να στέλνω κάποιον σε άλλο πρόσωπο ή αρχή για περαιτέρω ενέργεια ή πληροφορία.
    • Να αναφέρω κάτι σε άλλο κείμενο ή πηγή.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο δικηγόρος παραπέμπει την υπόθεση στο ανώτερο δικαστήριο.
    • Σε αυτό το άρθρο, παραπέμπουμε στον αναγνώστη για περισσότερες λεπτομέρειες στο βιβλίο του συγγραφέα.
    2